tracks of my year

By the bug

ανακεφαλαίωση:
50. chaim-genesis
49. we stay here (in our secret world)-jeremy jay
48. do your best-john maus
47. kokomo-black dice
46. final path-yeasayer
45. kafamdaki yangin-voice of the seven woods
44. atomic rain-tv ghost
43. sandy-caribou
42. hi tech dreams-mad mike
41. lunatic fringe original mix-stefan goldmann
40. chief-various production
39. in brooklyn after dark-religious knives
38. umbrella-rihanna
37. the rhinohead-von sudenfed
36. air france-beach party
35. i' m not gonna cry-sharon jones & the dap kings
34. ghost hardware-burial
33. poison dart (original mix)-the bug ft. warrior queen
32. indestructible life!-old time relijun
31. to talk to you-pj harvey
30. op pop-excepter
29. neck escaper-no age
28. egypt strut-salah ragab & the cairo jazz band
27. clipper-rustie
26. pulses-white rainbow
25. empyrean-deepchord presents echospace
24. changes-mala
23. lacrimal-kaman leung
22. loose lips-wooden shjips
21. peacebone-animal collective
20. wayfaring stranger (burial mix)-jamie woon
19. all day-aesop rock
18. tamaghis-tied and tickled trio
17. silver tongued sisyphus ii-cloudland canyon
16. milk shake-holy fuck
15. get innocuous-lcd soundsystem
14. melody day-caribou
13. tea leaf dancers-flying lotus
12. stay tuned-robert wyatt
11. bro’s-panda bear
10. you will see-yosebu
09. archangel-burial
08. safer-animal collective
07. le sel-thee stranded horse
06. plaster casts of everything-liars
05. bind them-religious knives
04. at the mountains of madness-magic lantern
03. i’m not-panda bear
02. girl, you’re no failure-larry gus
01. unite-burial
 

fav. 1-10

By the bug
01. panda bear-person pitch
I don’t know where, but he takes me there.
Tην πρώτη φορά που άκουσα το Person Pitch του Panda Bear νόμιζα ότι τα αρχεία που είχα περάσει στο κινητό μου είχαν υποστεί κακό conversion. Ο δίσκος ακουγόταν σαν να του κάναν mastering μέσα στο πηγάδι που είχε χωθεί ο Τόρου Οκάντα στο Κουρδιστό Πουλί του Μουρακάμι. Δεν ήταν δυνατόν να ήθελαν να το κυκλοφορήσουν αυτό το πράγμα έτσι. Δεν χωρούσε στον μικρό εγκέφαλο μου. Δεν μπορούσα να καταλάβω. Με βρήκε απροετοίμαστο.
Αλλά έπρεπε να μου αρέσει ο δίσκος. Ο Νόα Λένοξ είχε πει σε συνέντευξη στο Pitchfork ότι τον έγραψε με δύο SP 303. Το φθηνότερο και πιο απλό σάμπλερ που υπάρχει δηλαδή. Και τίποτα άλλο! Απίστευτο! Πού τα βρήκε μέσα στο πηγάδι? Δεν μπορούσα να καταλάβω.
Ο μόνος άνθρωπος που ξέρω που δεν μπορούσε να δει την εικόνα μέσα στα στερεογράμματα ήμουν εγώ. Όλοι οι φίλοι μου λέγανε: «Πω Πω! Έχω φάει τα σκατά μου! Δεν χορταίνω να τα κοιτάω! Κόλαση ε;». Και τα κατεβάζανε δέκα δέκα από το ίντερνετ. Ένας διάβασε όλη την Οδύσσεια του Διαστήματος σε στερεόγραμματα. Ένας άλλος έφτιαξε στερεογραμμμικό τέτρις σε τζάβα. (http://ikoukas.users.uth.gr/). Μόνο εγώ δεν μπορούσα να παίξω. Τα τούβλα ήταν μέσα στο στερεόγραμμα. Μου λέγανε να μην κοιτάω την εικόνα. Να την κοιτάω, αλλά και συγχρόνως να μην την κοιτάω. Ένιωθα άχρηστος. Και συγχρόνως ηλίθιος. Δεν μπορούσα να καταλάβω.
Το Person Pitch είναι το πρώτο στερεόγραμμα που κατάλαβα και με κατάλαβε. Ίσως το δεύτερο, μετά το Aτέλειωτο Kαλοκαίρι του Fennez. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο δίσκοι ουρλιάζουν τις Beach Boys αναφορές τους. Εκεί όμως που ο αυστριακός έκρυβε 4 μελωδίες πίσω από τόνους patterns στατικού ηλεκτρισμού, ο ντράμερ των Animal Collective σου σκάει στο κεφάλι 8 εκατομμύρια από δαύτες. Μόνο που τις καταχωνιάζει πίσω από επιληπτικά στρώματα reverb. Αρκεί να ακούς, και να μην ακούς συγχρόνως. Μετά από 5 φορές τα layers από τα φωνητικά θα έχουν καρφωθεί με βία βαθιά στο υποσυνείδητο.
Όταν ακούω πια το Person Pitch νιώθω σαν να με βουτάνε μέσα σε ένα τεράστιο καζάνι με μαλλί της γριάς. Και να με κουνάνε και να ρίχνουν κι άλλη ζάχαρη, κι άλλη, κι άλλη και να με ανακατεύουνε και να με πετάνε έξω, αλλά με αυτιστικό ρυθμό και κακό quantize.
Τελειώνοντας, με τον πιο κλισέ τρόπο, δηλαδή παραφράζοντας το από μόνο του κλισέ αυθαίρετο συμπέρασμα του Eno για τον πρώτο δίσκο των Velvets (καταφέρνοντας δηλαδή να αναιρέσουμε το κλισέ με ένα δεύτερο, και να κερδίσουμε επάξια μια θέση στο hall of fame της νόρμας και της τυπικότητας ας αναφέρουμε το εξής):
«Το Person Pitch όταν πρωτοκυκλοφόρησε δεν το άκουσε πολύς κόσμος. Αλλά όσοι το άκουσαν έτρεξαν και αντί να δημιουργήσουν συγκροτήματα, παράτησαν τα δικά τους, αγόρασαν ένα φτηνό σάμπλερ, το βουτήξαν στο ριβερμπ και αγοράσαν ένα βιβλίο με στερεογράμματα για 11χρονους. Τώρα που μιλάμε κάνουν εξάσκηση στο σπίτι. Τα αποτελέσματα θα φανούν σε μερικά χρόνια».
Larry Gus


02. burial-untrue
Δε σκέφτομαι από πού θα έρθουν οι σκοτεινές μέρες, από μέσα μου ή απ’ έξω. Είμαι αισιόδοξος και σ’ αυτό μ’ αρέσει να ταμπουρώνομαι. Αλλά να που στα ξαφνικά κρατώ ένα κομμάτι του soundtrack τους στα χέρια μου, και ψάχνω την ταινία, το μοντάρισμα, το φωτισμό, που κοίτα, όλα τους βρίσκονται σε μια τυπική νύχτα που δε θα θέλω να βγω απ’ το δωμάτιό μου. Απλά. Τόσο, που από αυτό είναι να τρομάζεις περισσότερο.
Το “Untrue” –εύστοχος τίτλος για την περίσταση, δεν το περίμενα– λέω πως είναι πιο φωτεινό απ’ το περσινό “Burial”. Σιγά το φως, μια σπίθα στα μαύρα σκοτάδια και κάτι έγινε. Έχει και περισσότερες «φωνές». Μα και το μυαλό μου έχει. Ακούγοντάς το μπερδεύεσαι, δεν ξεχωρίζεις αν είναι από λαρύγγι ανθρώπινο, αν έρχονται απ’ τα ηχεία ή απ’ τον επάνω όροφο, αν μιλάνε άλλοι ή εσύ μονολογείς και το δυσκολότερο, αν έρχονται από βαθιά εντός σου. Δε θέλει να βγει σε λάιβ ακούω. Και ποιος θα ήθελε να λύσει το μυστήριο, όταν αυτό εκφράζει απόλυτα τη δεκαετία των δύο μηδενικών. Μπορεί πλέον να γραφτεί ικανή μουσική από ανθρώπους που δεν κρατούν στα χέρια τους κάποιο όργανο. Ανώνυμους. Αυτό είναι το τίμημα, κι είναι τέτοιο επειδή φέρνει αναπόφευκτα την αντίληψη στα όριά της. Συν την αισθητική. Την έκφραση και τους κώδικες επίσης.
Το έχουν κάνει και συνεχίζουν να το κάνουν κι άλλοι, ο Burial όμως δημιουργεί τη σχολή. Τελεία. Για τα τραγούδια του που ξεπατικώνουν το ιδιάζον των μοναχικών ωρών, την πίκρα του μάταιου που δεν έχει τέρμα, για τη hype τοξικότητά του, επειδή συνθέτει μουσική μετέωρη, ατέρμονη, χωρίς άκρα. Προπάντων, όμως, επειδή είναι φρέσκος κι επειδή είναι τόσα πολλά που στην τελική δεν είναι. Δεν μπορεί, του αναγνωρίζεις τον τρόπο να μιλάει για παγωμένα, στοιχειωμένα τοπία κι επικίνδυνες γωνιές χωρίς καν να έχει διαβεί το κατώφλι της πόρτας του. Μόνον με υποψίες. Θεολογώντας. Επειδή άκουσε μελωδίες σαν το “Archangel”, το “Near Dark” ή το “Raver” στο μυαλό του και τις αναπαράγει πατώντας πλήκτρα και δουλεύοντας καταχρηστικά το copy/paste. Επειδή φαντάζεται περισσότερο από άλλους.
Μπορείς να βρεις λόγους για να σ’ απωθήσει ο μη πραγματιστικός και μη απτός κόσμος του “Untrue” (είναι μονόχνοτος είναι ο ένας). Κανέναν ωστόσο που να αντικρούει τη μοναδικότητά του για το 2007. Replay…
Πάνος Πανότας Αρχισυντάκτης του
www.mic.gr.


03. john maus-love is real
Σε όλη τη διάρκεια του άλμπουμ τραγουδάει σε μια ακαταλαβίστικη γλώσσα σαν να το κάνει επίτηδες, με ένα στόμα μπουκωμένο και μια φωνή μπάσα λες και σε κοροϊδεύει, λες και παίρνει πόζες μπροστά στον καθρέφτη και τραγουδάει καραόκε. Μετά μαθαίνεις ότι τραγουδάει όντως καραόκε! Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό ακριβώς, μάλλον ότι δεν έχει γκρουπ, ότι παίζει μόνος του όλα τα όργανα [;], ότι τραγουδάει πάνω στα drum machine που έχει προηχογραφήσει και παίζουν σε ένα ρυθμό ντουμ ντουμ ντουμ, πιο eighties δεν γίνεται. Συνοδεύει τον Ariel Pink στα live του, ανοίγει τις εμφανίσεις του Panda Bear, τα κομμάτια του είναι τίγκ
α στο ριβέρμπ και στην παραφωνία. Ακόμα και τότε όμως που οι μελωδίες γίνονται ξεκούρδιστες και νομίζεις ότι βαριέται, κάτι κάνει και δεν σώζει απλά το τραγούδι, αλλά το απογειώνει. Αν ο Panda Bear κατάφερε να φτιάξει με μια βουτιά στα 60s κι ένα φτηνό sampler ένα δίσκο που δεν υπάρχει νέος μουσικός του σήμερα που να μην ζήλεψε, ο John Maus βούτηξε στα 80s και έφτιαξε ένα αριστούργημα παίζοντας με ακόμα πιο απλές φόρμες. Όπως έγραψε κι ο τύπος στο Drown in Sound: "God? Is that you? Nar son, it’s just Ian Curtis. He's taking his smile back..."

04. p.j.harvey-white chalk
Παρατηρήστε το εξώφυλλο του «White Chalk»˙ η Πι Τζέι Χάρβεϊ ποζάρει μπροστά σε σκούρο φόντο, φωτισμένη άτσαλα και υπερβολικά, με τα χέρια ακουμπισμένα στα πόδια της. Κοιτάει μπροστά, επίμονη. Φορά ένα φόρεμα που την κάνει να μοιάζει με σουφραζέτα -παρομοίωση που δεν διατυπώνεται δα και για πρώτη φορά στην καριέρα της. Το πρόσωπό της είναι ωχρό. Δεν πρόκειται για κανένα τυπικό «PJ Harvey» εξώφυλλο, σίγουρα, ωστόσο ο δίσκος τον οποίο συνοδεύει είναι απολύτως συνεπής στις προσδοκίες που αυτό με αξιοθαύμαστη σαφήνεια δημιουργεί.
Η PJ Harvey του «White Chalk» ακούγεται σαν να έχει κατεβάσει κανένα κουτί ηρεμιστικά. Σύμφωνοι, ήμαστε πλέον εξοικειωμένοι με τις κατά καιρούς μεταμορφώσεις της, από έμμονη ρέπλικα της Πάτι Σμιθ σε μανιοκαταθλιπτική, αναμαλλιασμένη Ιουδήθ και τ’ ανάποδο. Ωστόσο ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί λίγα χρόνια πριν πως ετούτη η (σε κάθε περίπτωση) φωνασκούσα αλήτισσα θα μπορούσε να χαμηλώσει τον τόνο της φωνής της, να βγάλει τα όργανα από την πρίζα, να γειώσει τους ενισχυτές και να καθαρίσει τον ήχο της από όλες εκείνες τις μαξιμαλιστικές φλοίδες για τις οποίες έγινε διάσημη; Σε κάθε περίπτωση, οι Κασσάνδρες θα χρειαστεί να περιμένουν περισσότερο στη διαβόητη γωνία τους. Το «White Chalk» είναι ένας αναπάντεχος θρίαμβος.
Η λέξη «έκπληξη» αποτελεί μια ταπεινή περιγραφή του συναισθήματος που καταλαμβάνει όποιον ξεκινά να ακούσει τον όγδοο δίσκο της Πόλι Τζιν Χάρβει. Η Πόλι, σχετικά ήρεμη, υποτονική και καθόλου βωμολόχος απαγγέλλει -με τη συνοδεία ενός φάλτσου πιάνου, μιας ξεδοντιασμένης άρπας και κάποιων ισχνών εγχόρδων στο βάθος- διάφορους αναιμικούς, ασαφείς και αλλοπαρμένους στίχους, οι οποίοι με κάποιον αλλόκοτο τρόπο καταφέρνουν και συγκινούν. Για την ακρίβεια, η ατμόσφαιρα του δίσκου είναι σχεδόν θρησκευτική. Η Πόλι απεκδύεται θεαματικά την (καθαρόαιμα) αστική της ταυτότητα, αγνοεί επιδεικτικά τις πολυθρύλητες ροκ καταβολές της και μεταμορφώνεται σε έναν απόκοσμο μύστη, σαν να είχε στοιχηματίσει με κάποιον ότι με αυτόν τον δίσκο οι μουσικοκριτικοί θα την αποκαλέσουν «ξωτικό». Σαν να διασχίζει ξυπόλητη μια λεωφόρο.
Όσο δυσβάσταχτη κι αν είναι η απουσία της θερμόαιμης καρδιάς της, η οποία μέχρι πριν λίγο καιρό έμοιαζε αντίστοιχα ηλεκτρική με αυτήν του κεραυνού, στο «White Chalk» μπορεί να ακούσει κάποιος μια πραγματική καλλιτέχνιδα να πειραματίζεται και να βγαίνει κερδισμένη. Ακόμα και ως θηλυκός, βρετανός Τομ Γουέιτς της εποχής του «Bone Machine».
Ηλίας Νικολαΐδης

05. caribou-andorra
Ο εξαίρετος κύριος Dan Snaith, όταν δεν μπλέκει σε δικαστικές μάχες για να διασφαλίσει το καλλιτεχνικό όνομά του (Manitoba) φτιάχνει μουσικές που είναι πραγματικά υπεράνω διεξοδικής ανάλυσης. Στο τέταρτο album του, στην ουσία ενσταλλάζει την εμπειρία του από την θορυβώδη σχέση του με την ηλεκτρονική, ρυθμική πρωτοπορία, βάζει φωτιά στις ετικέτες και σχεδόν σαδιστικά παραδίδει ένα album που σαγηνεύει τους indie rockers, “ρίχνει” τους εραστές της sunshine pop, φέρεται ως ρυθμολάγνο αλλά στην ουσία είναι αθεράπευτα μελωδικό, φλερτάρει το χάος της πρωτοπορίας αλλά κωλοκάθεται με ηδονιστική απόλαυση στο mainstream της “τσιμπημένης” pop.
O Dan Snaith δεν έχει κανένα ηθικό περιορισμό: στόχος του είναι το υπερβατικό psych-out με ξαφνικές σοκαριστικές παρεμβάσεις των τυμπάνων ή με την ειρωνική – σχεδόν- αναπαραγωγή του ορθόδοξου sixties σκηνικού με τα παστέλ μουτράκια και τις χαριτωμένες πόζες. Είναι καταπληκτικός προβοκάτορας ο Snaith και το “Andorra” είναι το κοντινότερο που έχει φτάσει ποτέ στην ισορροπία μεταξύ θορυβώδους διάνοιας και αρμονικής ροής.
Με το “Sandy” πάει στο καλοκαίρι της αγάπης, με το “She’s The One” προσποιείται (πετυχημένα) την εποχή της αθωότητας, με το “Niobe” πλέκει μοτίβα –στερεότυπα- ψιλοβελονιά πάνω σε ψυχεδελικούς καμβάδες... νομίζω δε γίνεται να αποφύγεις τα κλισέ για να τον περιγράψεις. Και ο ίδιος, χαίρεται περισσότερο απ’ όλους, όταν αντι για κλισέ που περιμένεις σε λούζει με τις ιδιορυθμίες του...
Μάρκος Φράγκος

06. religious knives-remains
Απ’ τα ονόματα που υπόγεια και ύπουλα χτίζουν μια νέα αμερικάνικη σκηνή. Όπως κι αν χαρακτηρίσει κανείς τη μουσική των Νεοϋορκέζων θορυβοποιών Religious Knives -drone, electro-psych, ambient metal- σημασία έχει ότι είναι μυσταγωγική και σε καθηλώνει. Μετά από αρκετά EP και singles σε περιορισμένη έκδοση, το πρώτο άλμπουμ τους συγκεντρώνει μερικές από τις σημαντικότερες στιγμές τους, που απαιτούν την ένταση στη διαπασών για να δείξουν το μεγαλείο τους. Μαζί με τους Excepter και τους Sunburned Hand Of The Man ξαναδίνουν υπόσταση στην έννοια «αμερικάνικο underground».

07. animal collective-strawberry jam
Αποδομώντας τους Beach Boys. Σχιζοφρενικό. Εκεί που η μελωδία εμφανίζεται μέσα από μπουρμπουλήθρες ή τον λουπαρισμένο ήχο του μπάντζου και νομίζεις ότι επιτέλους έφτιαξαν ένα συμβατικό τραγούδι, καταργούν κάθε έννοια του νορμάλ και διασκεδάζουν παίζοντας με τις αντοχές σου. Ουρλιαχτά, κραυγές, οι ήχοι ενός λούνα παρκ του παραλόγου, ένας ψυχεδελικός αχταρμάς με τέτοιον ηχητικό πλούτο που απαιτεί υπομονή και αφοσίωση για σου αποκαλυφθεί. Κι αν τα καταφέρεις να εισχωρήσεις στον κόσμο τους, σε κερδίζουν για πάντα. Για πολλούς θεωρήθηκε ο πιο αδύναμος δίσκος τους, αυτά τα τραγούδια όμως είναι που προκαλούν το χαμό στα live τους. Κι αυτό το άλμπουμ που θα τους χαρακτηρίζει σε δέκα χρόνια. Ελπίζω να είμαστε όλοι καλά, και τότε τα ξαναλέμε…

08. wooden shjips-wooden shjips
Κατευθείαν απ’ το Σαν Φρανσίσκο του παρελθόντος. Τόσο παλιομοδίτικοι και κολλημένοι με τον ήχο που λατρεύουν [το οποίο «πάει πακέτο» με το ανάλογο attitude, οι επεξηγήσεις είναι περιττές] που τους αντιμετωπίζουν σαν γραφικούς. Σε πέντε απολαυστικά τραγούδια όμως χώρεσαν τους Doors και τους Jefferson Airplane, τον Hendrix, αλλά και τους Spacemen 3, τη φασαρία και το reverb, τα ψυχεδελικά μουρμουρητά και τις ταξιδιάρικες συνθέσεις φτιάχνοντας ένα άλμπουμ με κομμάτια που «λάμπουν σαν ήλιοι». Χωρίς λουλούδια στα μαλλιά. Τα άλλα είναι όλα εκεί.

09. saul williams-the inevitable rise and liberation of niggy tardust
Σε μια χρονιά που το χιπ χοπ φάνηκε να χάνει μεγάλο μέρος της δύναμής του, τουλάχιστον εμπορικά, ο Saul Williams τόλμησε να «χαρίσει» το άλμπουμ του στο ίντερνετ, καταφέρνοντας να αποδείξει ότι τα καλύτερα πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν. Το αξιοθαύμαστο είναι ότι πρόκειται για δουλειά χρόνων, με τον Trent Reznor των Nine Inch Nails στην παραγωγή, τον Alan Moulder στο mix και 15 κομμάτια που τσακίζουν, τίποτα πρόχειρο, καθόλου αρπαχτή. Μπορεί να είναι νέα ήθη που τα διαμορφώνει η ανάγκη, αλλά δεν μπορείς να μην εκτιμήσεις τη φιλοσοφία του «δωρεάν», της μουσικής σαν λαϊκού αγαθού και όχι μέσο για να πλουτίσει ο κάθε αστοιχείωτος ράπερ που δεν ξεφεύγει ποτέ απ’ τη νοοτροπία του gangsta. Σοφιστικέ στίχοι, πολιτικοποιημένοι, από έναν ποιητή [κυριολεκτικά, χωρίς υπερβολές].

10. voice of the seven woods-voice of the seven woods
Αυτός ο νεαρός τύπος, ο Rick Tomlinson, που δηλώνει σαν επιρροές του τον Daniel Fichelscher και τον Dave Tyack -αλλά και μια χήνα που τον κυνηγούσε κάποιο σαββατοκύριακο σε όλο το Birmingham- είναι τόσο δημιουργικός και πολυγραφότατος, που κάνει τους συνομηλίκους του -που γίνονται σουπερστάρ με τρία κομμάτια- να φαίνονται σαν ανόητα πιτσιρίκια που παίζουν με τα παιχνίδια τους. Λατρεύει το τούρκικο psycho folk και το krautrock, πειραματίζεται με ένα σωρό παραδοσιακά έγχορδα και δεν έχει καμία σχέση με τον ήχο της Αγγλίας του σήμερα. Σε μια χρονιά που όλα ήταν ίδια, ξεχώρισε σαν τη μύγα μες στο γάλα.
 

fav. 11

By the bug

με πρώτη ακρόαση προσέχεις μια κιθάρα και μια φωνή, πιο απλά δεν γίνεται. μετά προσέχεις ότι υπάρχει πολύ περισσότερη δουλειά, όχι μόνο στις συνθέσεις, αλλά και στην παραγωγή, ακόμα και στον τρόπο που παρουσιάζει τις εικόνες στους στίχους των κομματιών, από την εξοχή στην πόλη και πάλι στην εξοχή. όλα εδώ μέσα είναι τόσο προσεκτικά δομημένα που ξεφεύγουν από τα στενά όρια της φολκ, φωνές σε δύο επίπεδα, χoρωδιακά μέρη από τον ίδιο να συνοδεύουν τη φωνή του, μελωδίες που γίνονται όλο και πιο θλιμμένες όσο περνάει η ώρα, καημός, κι ας μην καταλαβαίνεις γιατί θρηνεί. υπάρχουν επίσης μερικές από τις πιο δυνατές μουσικές στιγμές που αποτυπώθηκαν φέτος σε cd, με ποιότητα σπάνια. μπορεί να μην είναι sapphie, είναι ωστόσο ό,τι καλύτερο έκανε μετά από αυτό. ένα σιωπηλό classic, χαμηλών τόνων όπως και ο δημιουργός του, από τις πιο σπουδαίες προσωπικότητες που διαθέτει η αγγλία σήμερα.
richard youngs-autumn response
 

fav. 12

By the bug

αν οι yeasayer έστελναν μια φορά μηνύματα χαράς και θετικότητας, αυτός ο όμορφος σουηδός που τον κουρεύει ένα σύννεφο στο εξώφυλλο κατάφερε με πικρούς και σαρκαστικούς στίχους να σου δημιουργεί χαμόγελα, κι ας μην είναι ούτε μια στιγμή χαμογελαστός σε όλη τη διάρκεια του δίσκου. καταργώντας όλα τα κλισέ [''τι μουσική να περιμένεις από ένα πρώην μοντέλο που είναι το απόλυτο gay icon;'', χε χε] κατάφερε να αποδείξει ότι η καλή ποπ μπορεί να είναι απλή, αλλά δεν χρειάζεται να είναι και ηλίθια, να είναι μοντέρνα αλλά καθόλου μοδάτη, να είναι τόσο κλασική που γίνεται διαχρονική και άλλα πολλά που έχουν χιλιογραφεί γιατί είναι ένας δίσκος που αγαπήθηκε όσο λίγοι φέτος. οι ιστορίες του jens lekman είναι σαν ρεπορτάζ, κάθε φορά που τις ακούς θέλεις να χωθείς μέσα τους. αυτό αρκεί. και η θέση τον αδικεί.
jens lekman-night falls over kortedala
 

fav. 13

By the bug

το βαρύτονο χαμηλόφωνο μουρμούρισμα του garm που ξεκινάει το άλμπουμ και όσο εξελίσσεται μετατρέπεται σε ένα απίστευτο mantra, δημιουργεί την ίδια ανατριχιαστική ατμόσφαιρα με τις ενορχηστρώσεις του badalamenti στο floating into the night. δεν ξέρω πόσο ιερόσυλο ακούγεται να τον χαρακτηρίσω ''αρσενική julee cruise'', αλλά είναι η ίδια ατμόσφαιρα, το ίδιο χαλαρωτικό ambience, μελωδικό prog, στοιχειωμένο, τρομακτικό, όμορφο. το shadows of the sun είναι ένας δίσκος πέρα από είδη που δεν είναι δυνατό να τον κατηγοριοποιήσεις. εδώ μέσα βρίσκονται κι οι coil, κι ο sylvian του talking with a shaman, και η μελαγχολία του solitude των sabbath -μπορείς να το πεις και ambient και σκοτεινό και τραγικό και ένα σωρό άλλα. μόνο metal δεν είναι. [αν αυτό είναι black metal, τότε ο david sylvian παίζει τσάμικα].
απλά αριστούργημα.
ulver-shadows of the sun
eos
 

fav. 14

By the bug

το προηγούμενο άλμπουμ τους το είχα κατεβάσει τέσσερις φορές, μία κάθε μήνα, είχε φαγωθεί ο theodore δισκάρα και δισκάρα [που δεν ήταν -θοδωρή, πού είσαι ρε ψυχή; στείλε κάνα mail], αλλά το είχα βρει βαρετό. κι άμα κάτι είναι βαρετό δεν θυμάμαι αν το έχω κατεβάσει.
το bravado το κατέβασα τυχαία επειδή ήξερα το όνομα olvis, oelvis, ölvis, και τα τρία τα βρίσκεις στο slsk και είναι το ίδιο πράμμα [προφέρεται έλβις]. ήταν κι απ' την ισλανδία, του έδωσα μια ευκαιρία. έχω δώσει ευκαιρίες και σε ένα σωρό σαβούρα, τι αξία έχει ένα μισάωρο; [ένα μισάωρο μπορεί να έχει μεγάλη αξία, εξαρτάται τι δουλειά κάνεις, αν είσαι πουτάνα πολυτελείας με ένα μισάωρο μπορεί να ξεπληρώσεις το δάνειο].
το bravado είναι ένα άλμπουμ που δεν καταλαβαίνεις γρι πού αναφέρεται, για τι μιλάνε οι στίχοι [είναι στα ισλανδικά] αλλά και δεν χρειάζεται, γιατί είναι τόσο καλή η μουσική που σε συνεπαίρνει [επιτέλους!*]. τα υπόλοιπα τα έχουν γράψει ήδη σε φιλικά blogs. όπως δείχνουν τα πράγματα όλοι τα ίδια ακούμε και ξεχωρίζουμε, κύλισε ο τέντζερης... θα μου πεις αν δεν σας άρεσαν τα ίδια πράγματα θα ήταν φιλικά; anyway. δίσκος που δεν χάνει ούτε κατ' ελάχιστο με τον καιρό [ενώ arctic monkeys δεν μπορώ να ακούσω πιά. αδύνατον].
υπενθυμίζω ότι η σειρά δεν είναι η πραγματική, μόνο το νούμερο ένα θα είναι στη σωστή θέση, τα υπόλοιπα αναφέρονται τυχαία.[* έψαχνα εδώ και καιρό αφορμή να χρησιμοποιήσω αυτή τη λέξη].
ölvis-bravado
 

fav. 15

By the bug

από πού ν' αρχίσεις; απ' το σαρωτικό plaster casts of everything, το φάνκι α λα πρίνς houseclouds, το 'ξεκούρδιστο' τρίμπιουτ στους σόνικ γιούθ leather prowler, τον αριστουργηματικό ύμνο sailing to byzantium που θυμίζει pigeonhead [ίσως το καλύτερο τραγούδι που έχουν γράψει], το σκοτεινό νιου γουέιβ what would they know, το 70s χαρντ ροκ cycle time, το σαϊκομπίλι του freak out, την επίσκεψη στο λούνα παρκ του on the town square, τον φόρο τιμής στους jesus and mary chain στο pure unevil, τις κοφτές κιθάρες και τα hardcore λαλά του clear island, το σαρκαστικά αυτοβιογραφικό the dumb in the rain με το ''στροβιλιστικό'' θόρυβο, το εκκλησιαστικό όργανο και ο joy division ρυθμός του ντραμ στο protection [κάποτε έγινε μια προσπάθεια να κάνουν το ντραμ θηλυκό, αλλά απέτυχε οικτρά. ευτυχώς. άκου η ντραμ! είναι σαν να λες το παμπ, άλλη αποτυχία]...
καλά, μιλάμε για δίσκο περιωπής, όχι αστεία. πέρσι πίστευα ότι τα' χαν δώσει όλα, αλλά φαίνεται ότι έχουν μεγάλο απόθεμα. και να φανταστεί κανείς στα δυο πρώτα άλμπουμ τους δεν μπορούσα ούτε ένα τραγούδι τους να αντέξω.
liars-liars
 

fav. 16

By the bug

stepping into an empty street and smelling the pepper fragrance of a fire. ήταν η πιο ωραία φράση που διάβασα για τη μουσική τους σε ένα πολύ αγαπημένο μου blog απ' το μόντρεαλ. είναι απ' το μπρούκλιν [η σκηνή της νέας υόρκης είναι ξαφνικά τόσο δυνατή που θυμίζει παλιότερες εποχές, καλές εποχές μάλλον, κι ας μην τις προλάβαμε]. σαν animal collective με λιγότερη παράνοια. τα τραγούδια τους είναι ψυχεδελικοί ύμνοι με στίχους τόσο θετικούς και χαρούμενους που αναρωτιέσαι αν υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που τα βλέπουν όλα όμορφα [υπάρχουν]. φτάνει να δεις τους τίτλους που δίνουν στα κομμάτια τους: no need to worry, forgiveness, sunrise και wait for the summer. εδώ μονίμως σκεπάζει η τα πάντα η gothic μαυρίλα και η συμφορά. κάθε φορά που τον ακούω κερδίζει πόντους. ίσως ο πιο feel-good δίσκος της χρονιάς.
yeasayer-all hour cymbals
 

fav. 17

By the bug

να την πω την αμαρτία μου. πολύ καλό δεύτερο άλμπουμ, με περισσότερη ομοιογένεια από το πρώτο και του αξίζουν αναμφίβολα οι πρωτιές στις λίστες, αλλά σαν το πρώτο τους δεν είναι. τέλος πάντων, εδώ κάνουμε απολογισμό σε αυτά που μας άρεσαν κι αυτό είναι από τα άλμπουμ που έχω λιώσει φέτος, άρα η γκρίνια δεν ωφελεί. είναι δισκάρα. αν ο murphy κατάφερε να κάνει mainstream αυτόν τον ήχο και να πείσει τους συντάκτες του uncut να τον επιλέξουν για δίσκο της χρονιάς, είμαι περίεργος να δω τι θα ακολουθήσει. οι excepter στο top-10;
lcd soundsystem-the sound of silver
 

fav. 18

By the bug

χαρισματικός. ο yann tambour εκτίθεται όσο πάει, περισσότερο δεν γίνεται. με μοναδική συνοδεία τον ήχο από δύο βασικά έγχορδα [κιθάρα και κόρα] και τη φωνή του φτιάχνει τον πιο προσωπικό, τον πιο πλήρη δίσκο του μέχρι τώρα, κάποιες στιγμές καθηλωτικό. κόντρα σε όλους αυτούς που επιμένουν ότι η καλή παραγωγή μετράει το ίδιο με το πρωτογενές υλικό [που είναι το ίδιο το τραγούδι, χωρίς τα κόλπα του στούντιο], αποδεικνύει ότι ο τραγουδοποιός που δεν φοβάται να αποκαλύψει συναισθήματα έχει περισσότερη δύναμη από όλες τις κονσόλες του κόσμου. τραγούδια για έρωτες και τις χαρές της ζωής. ακούγονται περισσότερο θλιμμένα απ' ότι είναι πραγματικά. το le sel είναι ένα από τα τρία κομμάτια που μου σημάδεψαν τη χρονιά.
thee stranded horse-churning strides
 

fav. 19

By the bug

απ' το συντηρητικό τέξας στις καταθλιπτικές βρυξέλλες τι να γράψουν οι άνθρωποι; το x της kylie; βέβαια, πέρασαν και από το λος άντζελες και την καλιφόρνια, αλλά προτίμησαν τα βιολιά, τα τσέλα και τα κλαρινέτα και να βυθιστούν ακόμα πιο πολύ στους τεράστιας διάρκειας drone αυτοσχεδιασμούς, δυο ώρες ο ίδιος επαναληπτικός βόμβος που σε παραλύει. την χαρακτήρισαν μουσική για όνειρα, μουσική για να παίζει σε φυλακές [μάλλον επειδή σε κρατάει σε ''καταστολή''], μουσική για να γλιτώσεις το ηρεμιστικό, κι άλλα τέτοια. θα μπορούσε να είναι σάουντρακ για ταινία του ταρκόφσκι [τώρα αυτό το γράφω για καλό, δεν το γράφω για να τρομάξω κανέναν]. και το ιδανικό σάουντρακ για ψήσιμο στον ήλιο. παρόλο που όλα τα παρόμοια είναι μουσική για σκοτάδια, το and the refinement of the decline είναι ένας δίσκος λουσμένος στο φως, λάμπει. σαν τη λάμψη του διαστημόπλοιου που κάνει τη νύχτα μέρα στις στενές επαφές τρίτου τύπου. είναι τόσο μεγαλειώδες. κάτι τους έκαναν τελικά το λος άντζελες και η καλιφόρνια, τίποτα δεν πάει χαμένο.
stars of the lid-and their refinement of the decline
 

fav. 20

By the bug

όποιος παρακολουθεί το [άλλο] blog για καιρό γνωρίζει τον soso και την ''αδυναμία'' που του έχω, παρόλο που μέχρι πέρσι δύσκολα θα έπαιζε ποτέ σε λίστα με τα καλύτερα -είναι από αυτούς τους μικρούς αγαπημένους που πάντα τους αφήνεις απ' εξω και μετά το μετανιώνεις. κι τους βάλεις στη λίστα πάλι το μετανιώνεις. ένα μυστήριο πράγμα αυτός ο soso, δεν κολλάει πουθενά.
ο soso μέχρι τώρα ήταν ρυθμικός, έπαιζε με μελαγχολικά samples και λούπες και τον έλεγες και χιπ χοπ. κι ας μην ήταν ακριβώς χιπ χοπ. ό,τι κι άν ήταν κι όπου κι αν τον τοποθετούσες, σημασία έχει ότι στο νέο άλμπουμ του είναι αγνώριστος. κι όταν λέμε καμία σχέση, καμία σχέση. μόνο η μελαγχολία έμεινε ίδια, μόνο που αυτή τη φορά απλώθηκε και στα 8 τραγούδια του άλμπουμ και έγινε πιο σκοτεινή, η ίδια μελαγχολία που έχει ο will oldham, την ίδια που είχαν και οι slowdive και άλλοι πολλοί της ίδιας κάστας./
o soso πήρε την κιθάρα, έβαλε και τον κολλητό του maybe smith να τραγουδάει [ο οποίος ήταν στους saSKATOonians, που δεν ξέρω τι ήταν και με τέτοιο όνομα ούτε θέλω να μάθω] και έφτιαξαν έναν δίσκο που λέγεται tinfoil on the windows, γεμάτο ήχους από παραμορφωμένες χορδές και post rock, αλλά post rock που αντέχεται, όχι απ' αυτό που κάνεις αμάν να τελειώσει το κομμάτι.
μάλλον είναι ο καλύτερος δίσκος του soso, δεν ξέρω ακόμα. ξέρω σίγουρα ότι αυτή τη φορά μπαίνει στη λίστα με την αξία του.
είπαμε, ούτε στα άλμπουμ η σειρά δεν είναι αξιολογική εκτός από το νούμερο ένα, αλλά βάζω αριθμούς για να μην χρειάζεται να μετράω συνέχεια. και δεν μιλάμε για καλύτερα, αλλά για αγαπημένα. αν θέλεις αντικειμενική λίστα ψάξε για του uncut.
soso-tinfoil on the window